Πορφύρα (όστρακο)
- Λήμμα
- Συζήτηση
Η πορφύρα, με επιστημονική ονομασία Stramonita haemastoma (παλαιότερα Thais haemastoma), είναι θαλάσσιο μαλάκιο γαστερόποδο της οικογένειας των Μουρικιδών (Muricidae).
Κατανέμεται ευρέως σε τροπικές και ζεστές περιοχές του Δυτικού και Ανατολικού Ατλαντικού, καθώς και στη Μεσόγειο Θάλασσα. Ωστόσο, φαίνεται ότι στη νοτιοανατολική Μεσόγειο το είδος απειλείται ενδεχομένως λόγω των υπερβολικά υψηλών θερμοκρασιών στη θάλασσα.[1] Ζει σε βραχώδεις βυθούς, σε αποικίες, στην παράκτια ζώνη.[2]
Τo όστρακο είναι συμπαγές, ωοειδές με κωνική βραχεία σπείρα με πέντε μεγάλους ελιγμούς και πολύ μεγάλο τελευταίο ελιγμό. Η εξωτερική επιφάνεια παρουσιάζει πολλές σπειροειδείς γραμμές και ραβδώσεις, κάποιες φορές με κόμπους στους πρώτους ελιγμούς, ενώ στον τελευταίο με 4-5 ραβδώσεις, εκ των οποίων οι δύο πρώτες φέρουν κόμπους. Έχει χρώμα γκρίζο. Στόμιο ελλειψοειδές φαρδύ με έντονο κόκκινο-πορτοκαλί χρώμα και ύψος που κυμαίνεται από 50-70 χιλ.
Είναι σαρκοφάγο είδος, τρέφεται με δίθυρα μαλάκια, θυσανόποδα και πεταλίδες. Μεταξύ των διατροφικών συμπεριφορών, είναι η επίθεση στο περιθώριο ή στο χείλος οστράκων από δίθυρα όπου οι άμυνες είναι πιο αδύναμες, η πορφύρα εισάγει το προβοσκίδιο του ανάμεσα στις βαλβίδες εγχέοντας πρωτεολυτικά ένζυμα και μια τοξίνη που κάνει τα δίθυρα να ανοίγουν.[2][8]
Είναι γονοχωριστικό είδος, δηλαδή τα φύλα είναι ξεχωριστά. Η αναπαραγωγή πραγματοποιείται από Μάιο-Ιούνιο έως Οκτώβριο. Τα υψηλότερα ποσοστά ώριμων γονάδων καταγράφηκαν τον Ιούλιο.[3]
Στην αρχαιότητα η πορφύρα (Purpura haemastoma) μαζί με τον ακανθωτό στρόμπο (Murex brandaris) αποτελούσαν τις δύο κύριες πηγές εξαγωγής του πορφυρού της Τύρου, μιας φυσικής χρωστικής ουσίας με ανεξίτηλο βαθυκόκκινο χρώμα.[4] Η χρωστική παράγεται από αδένα που βρίσκεται στα τοιχώματα της βραγχιακής κοιλότητας. Η αφαίρεση του αδένα γινόταν με ακαριαίο σπάσιμο του οστράκου, ενώ ήταν ακόμα ζωντανός ο οργανισμός, έτσι ώστε να μη διαχυθεί στο σώμα και χαθεί η βαφή. Σε κάθε κοχύλι μέτριου μεγέθους η ποσότητα της βαφής είναι ελάχιστη και απαιτούνται δεκάδες χιλιάδες όστρακα για τη βαφή ενός χιτώνα. Η συλλογή των οστράκων γινόταν με πλεγμένα καλαθάκια, όπου οι πορφύρες προσελκύονταν με δολώματα τοποθετημένα μέσα σ’ αυτά.