Γκρέγκορ Άιχινγκερ
- Λήμμα
- Συζήτηση
Εργαλεία
Γενικά
Εκτύπωση/εξαγωγή
Σε άλλα εγχειρήματα
Γκρέγκορ Άιχινγκερ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1561[1][2][3] Ρέγκενσμπουργκ |
Θάνατος | 21 Ιανουαρίου 1628[4] Άουγκσμπουργκ |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανία |
Θρησκεία | Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συνθέτης οργανίστας |
Επηρεάστηκε από | Τζιοβάννι Γκαμπριέλι[5] Λοντοβίκο Βιαντάνα[5] |
![]() | |
δεδομένα |
Ο Γκρέγκορ Άιχινγκερ (Gregor Aichinger), Ρέγκενσμπουρκ 1564 - Άουγκσμπουργκ 21 Φεβρουαρίου 1628), ήταν Γερμανός συνθέτης θρησκευτικής μουσικής τής ύστερης Αναγέννησης, από τους σημαντικότερους του καιρού του.
Γόνος οικογενείας Διαμαρτυρομένων, [6] βρέθηκε το 1577 στο Μόναχο, ως μαθητής του περίφημου Ορλάντο ντι Λάσσο. Σπούδασε, μετά το 1578, στο Πανεπιστήμιο του Ίνγκολστατ, ως studiosus artium, [7] όπου είχε συμφοιτητή τον Γιάκομπ Φούγκερ (Jakob Fugger), ο οποίος αργότερα έγινε επίσκοπος Κωνσταντίας. Μέσω αυτού, ο Άιχινγκερ είχε επαφές με τα άλλα μέλη της οικογένειας Φούγκερ (ονομαστοί τραπεζίτες της εποχής), στην οποία θα αφιερώσει πολλά έργα του αργότερα. Γύρω στο 1580 έγινε οργανίστας στη Βασιλική των Αγίων Ουλρίχου και Άφρα (Basilika St. Ulrich und Afra) στο Άουγκσμπουργκ. Σημαντικός πάτρονας τού Άιχινγκερ ήταν ο Jacob III. Fugger (1542-1598), ο οποίος τον έστειλε στην Ιταλία (1584-7) για να συνεχίσει τις σπουδές του. Στη Βενετία, υπήρξε ένας από τους πρώτους μαθητές του Τζοβάννι Γκαμπριέλι, ενώ, με νέα χορηγία του πάτρονά του το 1588, συνέχισε στο Πανεπιστήμιο του Ίνγκολστατ φιλοσοφικές και θεολογικές σπουδές. Γύρω στο 1600, όταν βρισκόταν στη Ρώμη, προσχώρησε στον Καθολικισμό και έγινε κληρικός, μαζί με έναν από τους γιους τού Φρούγκερ, τον Γκέοργκ.
Με την επιστροφή του στο Άουγκσμπουργκ, ανέλαβε τη χορωδία του Καθεδρικού Ναού της Αγ. Γερτρούδης, ως κανονικός (kanoniker) και οργανίστας. Στην επιτάφια πλάκα του στην καθεδρική σκήτη του Άουγκσμπουργκ αναγνωρίζεται ως vir paeter pietatem et caeteras virtutes tum musicae artis peritia et suavitate tum morum elegantia et facilitatae mirifice gratus. Στην πλούσια βιβλιοθήκη του υπάρχουν μουσικολογικά, αλλά και γεωγραφικά, θεολογικά, ακόμη και βοτανικά έργα διάσημων συγγραφέων. [8]
Όταν βρισκόταν στη Βενετία, ο Άιχινγκερ δημοσίευσε το πρώτο σημαντικό του έργο, Ιερά Άσματα (Sacrae cantiones, 3 τόμοι 1590 και 1595, αργότερα Νυρεμβέργη 1597), αφιερωμένα στον πάτρονά του Jacob III. Fugger. Το 1601 αφιέρωσε τη συλλογή των ύμνων του Odaria lectissima στον επίσκοπο Heinrich von Knöringen. Φημισμένο παραμένει το έργο του Άσματα Εκκλησιαστικά για τρεις και τέσσερις φωνές...με συνεχές βάσιμο (Cantiones ecclesiasticae ...trium et quatuor vocum...cum basso generali, εκδ. Dillingen, 1607), στο οποίο εκθέτει τις αρχές του συνεχούς βασίμου, μπάσο κοντίνουο, από τα πρώτα της εποχής του [9] και το πρώτο στη Γερμανία. [10] Στα έργα του, όπως ο ίδιος αναφέρει, είναι επηρεασμένος από τον Γκαμπριέλι και τη Σχολή της Βενετίας. [11] Άλλα έργα του:
|