Όομρανγκ
Η όομρανγκ (Öömrang) είναι διάλεκτος της βόρειας Φριζικής (ή φρισικής) γλώσσας που ομιλείται στο νησί Άμρουμ στην γερμανική περιοχή της βόρειας Φρισίας. Τα Όομρανγκ αναφέρεται στο Όομραμ, όπως αποκαλείται το Άμρουμ στα φριζικά. Μαζί με τις διαλέκτους Φέρινγκ, Σόλρινγκ και Χελιγολανδική αποτελεί μέρος της νησιωτικής ομάδας των βόρειων Φριζικών διαλέκτων και είναι πολύ παρόμοιες μεταξύ τους. Τα Όομρανγκ ομιλούνται από το περίπου ένα τρίτο των 2.300 κατοίκων του Άμρουμ.
Όομρανγκ | |
---|---|
Περιοχή | Άμρουμ, Νορντφρίζλαντ |
Φυσικοί ομιλητές | περίπου 800 |
Linguasphere | 2-ACA-dba[1] |
Glottolog | κανένα [2] |
Χαρακτηριστικά
- Διαφοροποίηση μεταξύ βραχέων και μακρών φωνηέντων με τον διπλασιασμό των φωνηεντικών γραμμάτων (π.χ. lun [γη, χώρα] και skuul [σχολείο])
- Χρήση πολλών διφθόγγων και τριφθόγγων, «ουάι» (π.χ. spuai)
- Συχνή χρήση διαλυτικών
- Το τελικό "w" προφέρεται σαν το σύντομο "u" (π.χ. leew [γλυκιά])
- Το "r" είναι ελασσόμενο (σαν τα ιταλικά)
Προσωπικά και οικογενειακά ονόματα
Τα προσωπικά ονόματα στο Άμρουμ επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από το Φριζιανό στοιχείο. Συγκεκριμένα, οι υποκορισμοί και τα ονόματα με δύο στοιχεία είναι κοινά. Τα πρώιμα δάνεια έγιναν από τη δανική γλώσσα, ενώ ο εκχριστιανισμός της βόρειας Φριζίας γύρω στο 1000 μ.Χ. έφερε μια μέτρια επιρροή χριστιανικών και βιβλικών ονομάτων. Στην Εποχή των Ιστιοφόρων (Age of Sail, περίπου 15ο - 19ο αι.), οι Ολλανδικές και Δυτικές Φριζιανές μορφές έγιναν δημοφιλής.[3]
Τα οικογενειακά ονόματα ήταν συνήθως πατρωνυμικά, δηλαδή δημιουργούνταν μεμονωμένα ως γενικές του πατρικού ονόματος. Σε αντίθεση με το Σκανδιναβικό Πέτερσεν ή Πέτερσσον, που σημαίνει «γιος του Πέτρου», το Πέτερς στα Όομρανγκ σημαίνει «του Πέτρου». Αυτή η πρακτική τελικά απαγορεύτηκε από το Δανικό Στέμμα το 1828.
Χρήση
Ο Λαρς φον Κάρστεντ (Lars von Karstedt) εικονογράφησε τη δυσοίωνη κατάσταση της Όομρανγκ σήμερα. Η χρήση της Όομρανγκ περιορίζεται πλέον στον οικιακό τομέα. Έχει χάσει τη χρήση της στη δημόσια επικοινωνία υπέρ των γερμανικών και ομιλείται σε σπίτια με ηλικιωμένους γηγενείς ομιλητές της Όομρανγκ. Μία από τις μεγαλύτερες κινητήριες δυνάμεις της γλωσσικής μεταστροφής είναι η αλλαγή της οικονομικής δομής που φέρνει η τουριστική βιομηχανία. Οι τουρίστες από διάφορες περιοχές της Γερμανίας γεμίζουν το μικρό νησί Άμρουμ και καταλαμβάνουν γρήγορα τις περιορισμένες κατοικίες. Συνεπώς, τα ενοίκια αυξάνονται γρήγορα, οδηγώντας πολλούς από τους νέους της περιοχής να μετακομίσουν σε μεγάλες πόλεις στην ηπειρωτική Γερμανία. Τόσο η εισροή αγγλόφωνων όσο και γερμανόφωνων τουριστών και εργαζόμενων στον τουρισμό και η απώλεια νέων γηγενών ομιλητών προκαλούν τη δραστική μείωση της διαλέκτου.[4]